Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2007

Θύμησες

Λοιπόν, δεν γίνεται το σηκώνουν οι μέρες, το ζητάει ο οργανισμός μου, με γαργαλάνε τα χέρια μου, με τσιγκλάνε οι μνήμες μου και συνεχώς μου έρχονται θύμησες από Χριστούγεννα.
Αν κλείσω μάτια, χαλαρώσω και με αφήσω να θυμηθώ Χριστούγεννα, έρχονται πολλά.
Καταρχήν οι μυρωδιές. Η μαμά κάθε χρόνο έφτιαχνε μελομακάρονα και κουραμπιέδες, και βασιλόπιττες. Μιλάμε για πολύ πράγμα. Και τα έβαζε σε κουτάκια και τα μοίραζε. Όλες οι φίλες, οι συγγενείς, οι συμπεθέρες αντάλλασαν κάθε χρόνο γλυκά και σχόλια. «Φάε από αυτόν τον κουραμπιέ είναι της Πόπης και τον έχει πετύχει», «καλά αυτή η Γεωργία Κ. φτιάχνει κάτι μελομακάρονα σαν παντόφλες», και παραμονή Πρωτοχρονίας το απόγευμα που έφτιαχνε βασιλόπιττες, έπαιρνε τρεις και τις πήγαινε σε κάτι γιαγιάδες γειτόνισες που δεν μπορούσαν να φτιάξουν. «Κρίμα είναι οι καημένες, αυτές οι μέρες είναι για παρέα, κανένας δεν πρέπει να είναι μόνος του» έλεγε. Και εγώ βέβαια ως λιχούδικο παιδί, έπαιρνα σκαμνακια, σκαρφάλωνα, τέντωνα χέρια, για να πιάσω το τεράστιο μπωλ με τα μελομακάρονα και τους κουραμπιέδες. Το γεγονός βέβαια ότι ποτέ δεν έπεσα να σπάσω κανένα πόδι, ή ότι κανένα μπωλ δεν μου είχε έρθει καπέλο, έτσι που το τράβαγα οριακά για να φτιάσω το περιεχόμενο, αποδεικνύει οτι είμαι ταλέντο τελικά. Μήπως έπρεπε να δουλεύω σε τσίρκο?
Μυρωδιές επίσης από φαγητά. Γιατί ο μπαμπας γιόρταζε την δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων και τότε κάναμε την μεγάλη γιορτή του σπιτιού. Ερχόντουσαν 30-40 ατόμα, η μαμά μαγείρευε 2 μέρες και ο μπαμπάς ήταν σε ετοιμότητα για οτιδήποτε χρειαζόταν η μαμά απ’ έξω. Πήγαινε σουπερ – μαρκετ, πήγαινε λαίκή, πήγαινε για κρασιά, γενικά ο μπαμπάς κάθε τρεις και λίγο ήταν έξω. Και εμείς καλοβαράγαμε μέσα στο σπίτι και περιμέναμε να έρθει το βράδυ για να πλακώσει ο κόσμος και να μας φέρουνε και σε εμάς τα μικρά το κάτιτι μας. Και θυμάμαι κάτι μεγάλες σοκολάτες που είχαν επάνω το Μικυ- Μάους και ήταν και παιχνίδι με φάτσες. Και κατα το μέσο της γιορτής, αφού είχαν φάει και πιει, έμπαινε και η μουσική. Τα κρητικά ήταν στην πρωτη γραμμη. Και φυσικά έπρεπε εγώ και η αδερφή μου ώς γνήσιοι γόνοι κρητικής οικογένειας να σύρουμε το χορό. Και καλά εγώ, όπου γάμος και χαρά ήμουν πρώτη. Το γούσταρα τρελλά να χορεύω, αλλά η αδερφή μου δεν είχε χειρότερο. Ντρεπόταν πολύ και δεν ήθελε. Και πήγαινε ο πατέρας μου, την κοίταγε αυστηρά και της έλεγε την γαμάτη ατάκα : «Δεν πληρώνω εγώ τα χοροδιδασκαλεία τσάμπα. Σήκω να χορέψεις να σε καμαρώσω» και η κακομοίρα σηκωνόταν αναγκαστικά, με τα μούτρα κάτω και δώστου οι πεντοζάλιδες και οι μαλεβιζότιδες και οι σούστες. Εγώ όλο χαρά και δίπλα η αδερφή μου να κλαψουρίζει και να χορεύουμε. Και ο μπαμπάς και η μαμά να καμαρώνουν τα τέκνα τους. Μεγαλεία λέμε. Και αφού τελειώναν τα παραδοσιακά, άρχιζαν τα τσιφτετέλια και τα ζειμπέκικα. Ακόμα θυμάμαι τον μπαμπά να χορεύει το αγαπημένο του τραγούδι τον «Παλιατζή» και να το νιώθει, να το γουστάρει τρελλά. Ήταν λεβέντης και μερακλής. Και όταν τελείωνε η γιορτή, η απογραφή της βραδυάς ήταν ένα σπίτι βομβαρδισμένο, αποφάγια σε πιάτα και φυσικά καμιά εικοσαριά σοκολάτες για εμάς. Τέλεια. Την παραμονή της Πρωτοχρονίας κάθε χρόνο την κάναμε στο σπίτι της κ.Βάσως. Χρόνια οικογενειακοί φίλοι, και εγώ με την αδερφή μου βαριόμασταν αφόρητα.Θυμάμαι ότι για να βγει ο δρόμος με το αυτοκίνητο μετράγαμε πόσα δέντρα στολισμένα βλέπαμε στα σπίτια. Και στο σπίτι παίζαμε όλα τα παιδάκια «Πάρτα όλα», μέχρι να βαρεθούμε, να νυστάξουμε και να αρχίσουμε τις κλάψες για να φύγουμε.
Κάλαντα. Άλλο μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή κάθε παιδιού. Κάθε παραμονή Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς, βγαίναμε με την αδερφή μου και μια γειτόνισσα, ξυπνάγαμε από τα δίκαια χαράματα, ντυνόμασταν σαν τους ντολμάδες και παίρναμε δρόμους. Θυμάμαι την μάνα μου «που πάτε καλέ από τόσο νωρίς να ξυπνήσετε τον κόσμο θα σας βρίσουνε. Καθίστε λίγο να βγει ο ήλιος» τίποτα εμείς. Νύχτα βγαίναμε, νωρίς το απόγευμα γυρνάγαμε. Συνήθως μας έλειπε και το μαραφέτι που χτυπούσαμε το τριγωνάκι και πάιρναμε ένα κουτάλι της σούπας, το κρατούσαμε ανάποδα και έκανε την δουλειά του. Μια χρονιά κιόλας είπαμε να εμπλουτίσουμε λίγο το σχήμα, και πήραμε μια μελόντικα. Την είχε αναλάβει η αδερφή μου. Και επειδή η μελόντικα από ποιότητα ήταν της πλάκας, όταν φύσαγε φεύγανε και σάλια, και είχε ένα χαρτομάντιλο ανά 2 λεπτά για να σκουπίζει. Άθλια η εικόνα, αλλά αν θυμάμαι καλά την έκανε την δουλειά της. Και στο τέλος κάναμε την μοιρασιά, και παίρναμε παιχνίδια, σοκολάτες και αυτοκόλλητα με την Κάντυ- Κάντυ. Μια χρονιά θυμάμαι χιόνσε, και ενω εμείς σηκωθήκαμε όλο χαρά για τα καλάντα, μας βουτάει η μάνα μου «δεν έχετε να πάτε πουθενά, να σπάσετε κανένα πόδι ή να μου αρρωστήσετε και να τραβιέμαι. (αυτό το χούι που έχουν όλες οι μαμάδες, ό,τι στραβό συμβεί στο παιδί τους αυτές τα τραβάνε όλα, ενώ τα παιδιά όχι? Δεν το έχω καταλάβει ακόμα ) Αν θέλετε κάλαντα να τα πείτε στην πολυκατοικία και τέλος» Νομίζω ότι εκείνη την χρονιά μόνο τα αυτοκόλλητα της Κάντυ-Κάντυ αγοράσαμε, άντε και καμιά τσίχλα για το ξεκάρφωμα.
Στον Αγιο-Βασίλη, δεν θυμάμαι να πίστεψα ποτέ. Μόνο μια χρονιά, ήμουν πολυ μικρούλα, με είχε πάρει ο υπνος το μεσημέρι, ξύπνησα και βρήκα δίπλα μου μια κούκλα. Ετρεξα στην μαμά όλο χαρά, και μου είπε ότι την έφερε ο Αγιος-Βασίλης. (Το γεγονός οτι στο δικό μας σπίτι ήρθε μεσημεριάτικα, καθόλου δεν με παραξένεψε. Ήμουν λίγο βλαμμένο τότε τι να πω). Και τρέχω στην αδερφή μου όλο χαρά να της δείξω το δώρο του Αγιου-Βασίλη, και μου λέει όλο εξυπνάδα «σιγά καλέ η μαμά στην έφερε το μεσημέρι που κοιμόσουν και την έβαλε στο κρεβάτι σου». Και έτσι έληξε άδοξα το όνειρο του Αγιου- Βασίλη.
Ε, μετά μεγαλώσαμε, γαιδουρέψαμε, θελαμε να βγαίνουμε τις γιορτές μόνες, να μην ακολουθούμε τους γονείς, να ντυνόμαστε σαν τα παρλιακά και να παίρνουμε σβάρνα τα ρεμπετάδικα. Ωραία ήταν και τότε, αλλά οι μνήμες από τα παιδικά Χριστούγεννα είναι καλύτερες, όμορφες, αγνές, αστείες.
Όση ώρα γράφω ένα χαμόγελο έχει μείνει στα χείλη. Νιώθω τυχερή για αυτές τις μνήμες. Και ένα μικρό παιδάκι έχει ξεπηδήσει μέσα μου, και με τσιγκλάει να κάνω ζημιές, να σκαρφαλώσω για το μπωλ, να πω τα κάλαντα, να πάρω αγκαλιά όλους του ανθρώπους που αγαπώ και να πω από καρδιάς: Χρόνια Καλά, Χαρούμενα, Γελαστά, Πολλά.

Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2007

Μετράω μέρες

Πόσες μέρες έχουν μείνει? Τέσσερις. Και μετά θα αράξω, θα αλητέψω, θα δω φίλους, θα κάνω ψώνια, θα δω το σόι μου, θα βγω, θα πιω γενικά θέλω να υπερβάλλω. Μπορώ? Φυσικά και μπορώ. Για να μπει η καινούρια χρονιά καλά, να με βρει χαρούμενη, χορτασμένη, γελαστή.
Αντε τέσσερις μερες ακόμα...

Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2007

Για την Φαίη.

Όταν με ρωτάνε αν έχω αδέρφια, συνήθως απαντάω ότι έχω μια αδερφή. Δεν είναι και πολύ ακριβές βέβαια αυτό, αφου εγώ νιώθω ότι έχω δύο. Μια εξ'αίματος και μια εκ φιλίας.
Με την αδερφή μου εξ'αίματος υπάρχει πολύ αγάπη και νοιάξιμο και όλα αυτά τα όμορφα που υπάρχουν σε μια υγιή σχέση μεταξύ δυο αγαπημένων αδερφών.
Με την αδερφή μου εκ φιλίας όμως αυτό είναι άλλο. Αυτό χτίστηκε λιθαράκι λιθαράκι όλα αυτά τα 28-29 χρόνια που την ξέρω και με ξέρει σαν την κάλπικη δεκάρα πια. Γιατί για όποιον θεωρεί ότι αυτές οι φιλίες είναι εύκολες να δημιουργηθούν και να αντέξουν, έχω να πω ότι δύσκολα γίνονται αλλά αν τα καταφέρεις μάγκα τότε είναι υπέροχες, μοναδικές, πολύτιμες.
Το αγαπάω πολύ αυτό το κοριτσάκι που λέγεται Φαίη, αυτό το κοριτσάκι που μπορεί να φαίνεται δυνατό, σίγουρο, θεριό, αλλά εγώ ξέρω ότι είναι ευαίσθητο, τρυφερό, γλυκό που βουρκώνει με το λίγο νοιάξιμο που θα εισπράξει, που, που, που.
Έχουμε ζήσει πολλά, πάρα πολλά μαζί, αλλά αυτό που προσδιορίζει για μένα την σχέση μου με την Φαίη είναι ότι όταν μιλάμε πια, λέμε δυο κουβέντες και έχουμε και οι δυο καταλάβει όλα όσα εννοούνται πίσω από τις λέξεις. Καμιά φορά δεν χρειάζονται ούτε καν τα λόγια. Κοιταζόμαστε και το έχουμε. Ξέρουμε και οι δύο. Ε αυτό είναι κατάκτηση τρελλή, είναι προίκα, είναι ευλογία.
Και σήμερα αυτό το κοριτσάκι έχει γενέθλια, μεγαλάνει και όμορφα παλιώνει, και εγώ δεν ξέρω πως να εκφράσω αυτά που θέλω. Αν την είχα εδώ θα της έδινα μια τεράστια αγκαλία, θα της έλεγα ότι την αγαπάω πολύ, τόσο πολύ, που αν και είναι μακρυά και μου λείπει και την θέλω δίπλα μου, πάνω απ'όλα θέλω να είναι καλά, ακόμα και αν αυτό σημαίνει να την βλέπω δυο φορές το χρόνο και μην την χορταίνω. Θα της έλεγα ότι εγώ για αυτήν είμαι εδώ, και μπορώ να βρεθώ και εκεί και όπου και όποτε με χρειαστεί. Και να την κοιτάξω στα μάτια και να της πω ένα μεγάλο: "Ευχαριστώ, και πόσο χαρούμενη και περήφανη είμαι που την έχω στη ζωή μου".
Να είσαι καλά γλυκειά μου και σου εύχομαι να ζήσεις όπως και όπου χτυπάει η καρδιά σου!

Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2007

Αγαπητέ Αγίε Βασίλη

Μου στείλανε αύτο το e-mail το θεωρώ απολαυστικότατο και με καλύπτει απόλυτα.

Aγαπητέ Άγιε Bασίλη, πρώτα πρώτα θέλω να σε ευχαριστήσω για το περσινό σου δώρο που ήταν μια ωραιότατη ρυτίδα στο μεσόφρυδο και έχω να σου πω ότι αν φέτος επιχειρήσεις να μπεις απ' την καμινάδα μου θ' ανάψω τζάκι και θα σε κλάψουν οι τάρανδοι.

Kατά τα άλλα, όπως τα ξέρεις. Eτοιμαζόμαστε για γιορτές καπάκι Xριστούγεννα-Πρωτοχρονιά και θα περάσουμε κα-τα-πλη-κτι-κά όπως κάθε χρόνο. Tις ημέρες των παραμονών θα επωφεληθούμε από το συνεχές ωράριο των καταστημάτων για να ξεχυθούμε σύσσωμοι στα μαγαζιά και να ψωνίσουμε ό,τι να' ναι και μετά θα κουβαλάμε τα ό,τι να' ναι μας φορτωμένοι με τις σακουλάρες πάνω κάτω στη Σκουφά, ψάχνοντας δύο ώρες για ταξί. Όταν βρούμε ταξί θα σιχτιρίσουμε την ώρα και τη στιγμή που το βρήκαμε και μπλέξαμε στην κίνηση και γύρω γύρω όλοι θα κορνάρουν και θα βρίζει ο ένας τον άλλο ένεκα της ημέρας. Tο βράδυ της παραμονής των Xριστουγέννων, θα βγούμε έξω για να τιμήσουμε τη γέννηση του Θεανθρώπου και θα στριμωχτούμε κι εμείς στη φάτνη με τα ζώα, δηλαδή στο Rex, στην Aθηνών Aρένα, στο Bοτανικό και σε άλλα μέρη. Kαι θα φοράμε όοολες το «μικρό μαύρο φόρεμα». Kαι όοοολοι οι άντρες θα καπνίζουν μια τεράστια γιορτινή πουράκλα που θα βρωμάει και θα ζέχνει. Ύστερα, αφού χορέψουμε τσιφτετέλι και πιούμε ό,τι σκατο-ποτό κυκλοφορεί σε μολότοφ στην αγορά, θα γυρίσουμε στο σπίτι για να ξεράσουμε και να περιμένουμε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς.

Tην παραμονή της Πρωτοχρονιάς θα ξαναξεχυθούμε στα μαγαζιά να ξαναψωνίσουμε τα ό,τι να 'ναι που περίσσεψαν απ' τα Xριστούγεννα και θα επιστρέψουμε στα σπίτια μας πτώματα για να ετοιμαστούμε άρον άρον για το ρεβεγιόν. Tο πιο ευχάριστο απ' όλα είναι ότι επιτέλους θα συναντηθούμε όοοοολοι μαζί γιατί θα εγκλωβιστούμε στο Σύνταγμα και στην Kηφισίας πρωτοχρονιάτικα και θα καπνίζουμε μέσα στα αυτοκίνητα με αναμμένο το κλιματιστικό και όλα θα είναι ένα σίχαμα. Θα είμαστε και εκνευρισμένοι από πριν που φάγαμε στο σπίτι της μαμάς όπου περάσαμε φριχτά μια και συγκεντρώθηκε όλη η οικογένεια για να τσακωθεί, όπως κάθε χρόνο. Eπίσης όπως κάθε χρόνο, το φαγητό θα είναι χάλια, γιατί το κρέας της γαλοπούλας είναι απαίσιο και σκληρό και άμα κρυώσει γίνεται σαν βατραχοπέδιλο. Παρ' όλα αυτά, θα καταβροχθίσουμε τον άμπακο με έμφαση στη γέμιση και στη βασιλόπιτα και θα σκάσουμε και μετά θα νυστάζουμε και θα θέλουμε να χωρίσουμε τους γκόμενούς μας, γιατί φυσικά αυτοί φταίνε που τραβιόμαστε στη μέση της νύχτας σαν τους ηλίθιους, και στο μεταξύ όλα τα μαγαζιά θα είναι γεμάτα από κόσμο που καλωσορίζει το νέο χρόνο με ξέφρενο ενθουσιασμό, πράγμα το οποίο δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω.

Aυτό το στίχο «πάει ο παλιός ο χρόνος ας γιορτάσουμε παιδιά» πρέπει να τον έχει γράψει ο Φόρεστ Γκαμπ γιατί μόνο αν είσαι ο Φόρεστ Γκαμπ γιορτάζεις που λιγοστεύει κατά ένα χρόνο η ζωή σου και θα σε φάει το μαύρο χώμα μια ώρα αρχύτερα. Aυτά. Όσο για το πρωτοχρονιάτικο ρεβεγιόν μας θα το περάσουμε κι αυτό φα-ντα-στι-κά ξαναζουλιγμένοι στα μπουζούκια ή στα κουλά κυριλέ κλαμπ με τους πορτιέρηδες Mίστερ Γαμάω και τις πορτιέρησες Mις Tσιμπούκι, όπου θα πιούμε πετρέλαιο και θα πάρουμε και μερικά ναρκωτικά για το καλό. Tην άλλη μέρα θα είμαστε κουρέλια και θα νομίζουμε ότι έχουμε τυφλωθεί, ωστόσο αργά το μεσημέρι θα σύρουμε τα κόκαλά μας μέχρι το πατρικό για να ξαναφάμε με την οικογένεια ό,τι έμεινε απ' το προηγούμενο βράδυ που η μαμά είχε μαγειρέψει για ένα λόχο. Mετά θα κάνουμε φύλο και φτερό τη χτεσινή βασιλόπιτα για να βρούμε το φλουρί που δεν θα βρεθεί ποτέ γιατί θα το έχει καταπιεί ο παππούς με το πρωινό του ρόφημα. Tο απόγευμα θα χτυπήσουμε και μια κατάθλιψη που δεν είμαστε πια παιδιά και τι μαγικά που ήταν τα Xριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά κάποτε. Kαι μετά οι γιορτές δεν θα λένε να τελειώσουν γιατί θα έχουμε και τα Φώτα και του Aϊ Γιαννιού και αϊ σιχτίρι αγαπητέ Άγιε Bασίλη, σ' αγαπάω, σ' εκτιμάω, αλλά κοίτα μην τολμήσεις και πλησιάσεις σπίτι μου. Φέτος θέλω μόνο Kαλικάντζαρους. Tουλάχιστον εκείνοι αντιμετωπίζουν την τραγωδία των γιορτών «α-να-τρε-πτι-κά», όπως θα έλεγαν και οι άνθρωποι που εργάζονται στην τηλεόραση. Kαι τώρα κλείνω γιατί πρέπει να γράψω και σ' άλλο κουλό άγιο. Σε κάνα μήνα έχουμε Bαλεντίνο.

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2007

Για τον Γιάννη

Πολλές φορές ακούω να λένε: "Φιλία μεταξύ αντρών και γυναικών δεν υπάρχει" και εγώ τότε χαμογελάω κρυφά γιατί σκέφτομαι αμέσως τον κολλητό μου τον Γιάννη. Φυσικά και υπάρχει.
Πρίν από 15 χρόνια ξεκίνησα να κάνω παρέα με ένα αγόρι στρουμπουλό (ο Γιάννης ψήνει), γλυκό, ντροπαλό και πολλά ακόμα, και καταλήξαμε να έχουμε μοιραστεί πάρα πολλά από τις ανησυχίες, τα άγχη, τους έρωτες, τα μεθύσια μας, την ζωή μας.
Θυμάμαι το κλάμα και τον πανικό για τις Πανελλήνιες, αν θα περάσουμε και που, το πρώτο του μεθύσι στον "Κάβουρα" που πάλευε να βάλει το πουλόβερ για να φύγουμε και από την σούρα του να μου λέει "έχω χάσει το μανίκι, δεν το βρίσκω σου λέω", τις ατέλειωτες βόλτες στο πάρκο της γειτονιάς μας να καθόμαστε με τις ώρες και να αναλύουμε και να προσπαθούμε να βρούμε άκρη, τις διακοπές μας στην Κρήτη που σε όλες τις φωτογραφίες είναι λιωμένος στην παραλία με το κεφάλι στην άμμο λές και ψάχνει για νερό, και φυσικά το απίστευτο γέλιο που έχουμε κάνει όταν εδώ και 12 χρόνια που είναι το ταίρι μου στην μπιρίμπα που η ιστορία και οι κερδισμένοι πόντοι έχουν δείξει ότι είμαστε καταπληκτικό ζευγάρι. Και τόσα πολλά ακόμα. Μια ιστορία ολόκληρη. Και βόλτες, πολλές βόλτες, ειδικά με το αυτοκίνητο, πολλές. Αφού όποτε σκέφτομαι τον Γιάννη με πιάνει αυτή η γλυκειά αίσθηση που έχουμε όταν πάμε βόλτα με το αυτοκίνητο και φεύγει πίσω ο δρόμος , και το ράδιο παίζει "Τα ματαξωτά", και μπορεί να μην είμαι και στα καλυτερα μου αλλά ξέρω οτι όλα με κάποιο τρόπο θα πάνε καλά!
Σήμερα αυτό το αγόρι έχει γίνει ένας καταπληκτικός άντρας, που με κάνει πολύ πολύ περήφανη, που όποτε μιλάω για αυτόν νιώθω να ψηλώνω 5 πόντους. Εχει χιούμορ, έχει απίστευτες γνώσεις, έχει επίπεδο, είναι κύριος, είναι ευαίσθητος, τρυφερός, γλυκός, λίγο γκρινιάρης, ταξιδιάρης, ωραίος άνθρωπος.
Εγώ λοιπόν του εύχομαι σήμερα που έχει γενέθλια, χρόνια πολλά, καλά, γλυκά, ταξιδιάρικα και να κάνει αυτό που ονειρεύεται στη ζωή του. Και να ξέρεις ότι είμαι πολύ περήφανη για σένα και για την σχέση που έχουμε φτιάξει εδώ και τόσα χρόνια.Περιμένω να γυρίσεις σύντομα γιατι η απουσία σου φίλε μου είναι πολύ αισθητή και με δυσκολεύει ώρες ώρες.

Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2007

Highlights

Τα σημαντικότερα highlights από το τετραήμερο που πέρασε :

1) Μια τριήμερη εκδρομή στο βουνό, χαλαρώνει, ξεκουράζει και βοηθάει το σώμα, το μυαλό και το κορμί να έρθουν στα ίσια τους.

2) Η πεζοπορεία σε μονοπάτια μου θύμισε πόσα πολλά χάνω που δεν το κάνω συχνότερα, ( η επαφή με την φύση είναι κάτι το ασύλληπτο ) και επίσης μου τόνισε ότι αν έκοβα το ρημαδοτσίγαρο οι αντοχές θα ήταν περισσότερες.

3) Ο κόκορας ο κρασάτος με τα μακαρόνια πολύ μου είχαν λείψει και μια χαρά τον ευχαριστήθηκα (πολύ τον λυπήθηκα τον καημένο τον κόκορα)

4) Πόσο θλιβερό και μίζερο είναι να βλέπεις άντρα παντρεμένο με παιδί, όταν πιει δυο ποτηράκια παραπάνω να την πέφτει στην πρώτη γυναίκα που θα βρει μπροστά του.

5) Το χειροποίητο γλυκό του κουταλιού καρυδάκι είναι όλα τα λεφτά. Το μυστικό είναι στο σιρόπι να έχει μπει και μέλι καλό.

6) Όταν ακούω το ένστικτο, και παρακολουθώ το σώμα μου πως αντιδρά, καταλαβαίνω πολλά για μένα και τις ανάγκες μου.

7) Μου αρέσει πολύ να μαζευόμαστε φίλοι τις κυριακές τα μεσημέρια, να τρώμε και να πίνουμε, και η μάζωξη να τελειώνει στις 1 το βράδυ.

8) Όταν δίνω χρόνο και δεν βιάζω καταστάσεις όλα τα μπερδεμένα ξεκαθαρίζουν και αφήνουν μια γλυκειά γεύση.

9) Οι ανάγκες, οι δυσκολίες και οι χαρές είναι πάνω- κάτω οι ίδιες για τους περισσότερους ανθρώπους

10) Δεν μου αρέσει να αγχώνομαι για το πως θα περάσω την παραμονή της Πρωτοχρονιάς.

11) Νιώθω άβολα όταν βρίσκομαι με παρέα ανθρώπων που έχουμε περίπου την ίδια ηλικία, αυτοί είναι παντρεμένοι με παιδιά, και όταν κάποιος ρωτάει για μένα του απαντάω αρνητικά και για τα παιδιά και τον γάμο. Μάλλον γιατί το θέλω και δεν το έχω.

12) Ο κουραμπιές ο σωστός θέλει καλό βούτηρο και το αμύγδαλο να μην το λυπηθείς.

13) Γέλασα πολύ με την απάντηση ενός φίλου ( που έχει πάρει κάτι κιλάκια τελευταία) στην ερώτηση τι δουλειά κάνεις, είπε: "το ανορεκτικό μοντέλο σε ζωγράφους)

Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2007

Εξάρτηση

Από εχθές γυρνάει στο μυαλό μου μια λέξη: "Εξάρτηση". Δυστυχώς το νέο το έμαθα πρώτη και το μετέφερα σε δυο λατρεμένα μου πρόσωπα. Την Φαίη μου και το "παπί" μου. Το συζητήσαμε και μετά δεν ήθελα να το ξαναναφέρω. Φοβήθηκα πολύ. Διαβάζοντας όμως το blog της Φαιης σήμερα, ξύπνησε πάλι όλο αυτό. "Εξάρτηση". Ο Νίκος, το γειτονάκι, που έμενε ακριβώς στον από κάτω όροφο από το πατρικό μου, πέθανε από ναρκωτικά. Τον βρήκαν σε ένα παγκάκι έξω από τον Ευαγγελισμό. Πίκρα. Τον θυμάμαι που ερχόταν με την αδερφή του όταν ήταν μικρούλης και μας έκαναν ποδαρικό κάθε 1η τ0υ χρόνου, και του έδινε η μαμά σοκολατάκια. Τον θυμάμαι μετά στην εφηβεία, ένα όμορφο παιδί, πάντα με το κεφάλι σκυμμένο και το δειλό περπάτημα. Λέγανε διάφορα στην γειτονιά, ότι έχει μπλέξει με τα ναρκωτικά και ότι έχει ψυχολογικά προβλήματα. Θυμάμαι πρίν από τέσσερα χρόνια, κάτι βράδυα να ακούμε καβγάδες έντονους και φωνές, σε σημείο που να τρομάζω και να σκέφτομαι ότι θα γίνει κάποιο κακό. Τον θυμάμαι που είχε έρθει στην κηδεία του πατέρα μου και είχα συγκινηθεί πολύ. Δεν το έβλεπα πολύ συχνά τελευταία, και όταν τον έβλεπα ήταν πάντα με την μητέρα του.
Πάντα.
Γαμώτο. Κολοκαταστάσεις. Εγκλωβισμοί. Αδιέξοδα. Θυμήθηκα αμέσως και τον Γιάννη. Γλυκός πολύ, με όμορφα αλλά θλιμμένα μάτια, να με κοιτάει και να μου λέει: "εγώ δεν πίνω πια, γιατι άμα σηκώσω το πρώτο δεν μπορώ να σταμματήσω, δεν έχω όριο στο ποτό", "έχω περάσει πολλά χρόνια από την ζωή μου που ήμουν μεθυσμένος, έχω χάσει χρόνια", "ξέρω τι θα πει ξεφτίλα. έχω φάει αρκετή, όταν γύρναγα στους δρόμους πιωμένος". Και η αγκαλιά του, το φιλί του ήταν τόσο τρυφερό και συντροφικό γιατι το είχε και αυτός πολύ, πολύ ανάγκη. Γαμώτο. Και μετά το μυαλό μου γυρνάει σε μένα. Στις δικές μου εξαρτήσεις, που ναι δεν ειναι τόσο "βαριές" αλλά είναι εκεί. Για να μετριέμαι συχνά με μένα για να δω πόσο μπορώ να αντισταθώ. Και αν για μένα είναι δύσκολο να κρατήσω το ψυγείο κλειστώ για να μην μπουκώσω μοναξιά, πόνο, θλίψη, βαρεμάρα, φαντάζομαι ότι για τον Νίκο, τον Γιάννη και όλα αυτά τα παιδιά πόσο δύσκολο θα είναι να μην πιούν ναρκωτικά ή αλκοολ. Ένα μεγάλο ΚΡΙΜΑ στριφογυρίζει στο μυάλό και σφίγγει το στομάχι. ΚΡΙΜΑ ρε γαμώτο μου.

Καλή δύναμη Γιάννη,

Καλό ταξίδι Νίκο.

Ηρεμιά

Ηρεμία
Ηρεμία
Ηρεμία
Ηρεμία
Ερημιά
Ερημιά
Ερημιά
Ερημιά
Μια ηρεμία που οδηγεί στην ερημιά ή μια ερημιά που οδηγεί στην ηρεμία? Και αυτή η τρύπα από που? Πως δημιουργήθηκε ξαφνικά? Ή μήπως υπήρχε και δεν την έβλεπα? Και ξαφνικά ήρθε κάποιος μου την έδειξε και έφυγε. Και τώρα κάθομαι και χάσκω πάνω από το κενό, σαν να κοιτάω το πηγάδι και προσπαθώ να διακρίνω που σταμματάει. Άμα πέσω μέσα πόσο μεγάλο θα είναι το ΓΚΛΟΥΠ?