Κυριακή 15 Ιουνίου 2008

κύμματα πιάνω

Τα ρούχα άνετα και δροσερά. Οταν φτάνω στην παραλία με ενοχλούν και βγαίνουν γρήγορα. Πετσέτες στρώνονται, βγαίνουν τσιγάρα, αντιηλιακα, βιβλιά, περιοδικά, και ...πάμε λοιπόν.

Ενθουσιασμός. Το πόδι δοκιμάζει το νερό. Οκ. Είναι ακόμα δροσερή, αλλά θα πέσω. Σιγά-σιγά να συνηθίσει το σώμα. Βαθειά ανάσα και....αυτό ήταν. Βουτιά με το κεφάλι. Τα μάτια ανοιχτα να βλέπουν το μπλε, και όπου φτάνει το βλέμμα. Γρήγορες κινήσεις να ζεσταθεί το σώμα. Να συνηθίσει και να γίνει ένα με την θάλασσα. Σε λίγα λεπτά χαλαρώνω και αρχίζω να απολαμβάνω. Βουτιές και κολύμπι. Πάντα το κεφάλι
να βρέχεται. Δεν νοήται μπάνιο αν δεν βουτήξω και το κεφάλι. Και τα μάτια ανοιχτά.

Γίνομαι πάλι παιδί, μετράω τις αντοχές μου. Μπορώ να πιάσω τον πάτο? Μπορώ να φτάσω εκείνη την πετρούλα κάτω? Πόσο μακρυά θα παω αν κάνω μακροβούτι?


Μπρούμητα πάνω στην πετσέτα. Το σώμα ζεσταίνεται από τον ήλιο. Μαστουρώνω από την ζέστη. Έίμαι μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, το μυαλό ταξιδευει μονο του. Οι σκέψεις δεν μαζεύονται. Δεν πειράζει. Ολα ανάκατα.. Και εκείνη ακριβώς την ώρα είναι που νιώθω ότι έχω διαύγεια απίστευτη. Μέσα από όλες αυτες τις μπερδεμένες σκέψεις, κάποια γίνεται πιο έντονη. Χρωματίζεται περισσότερο, και το μυαλό λίγο κοντοστέκεται. Χαμογελάω ασυναίσθητα. Νιώθω τυχερή, νιώθω ευλογημένη. Μπορώ να ζήσω αυτή την ομορφιά, αυτή την χαλάρωση. Αυτη την ψυχική γαλήνη.

Γλύφω λίγο τα ακροδάχτυλα μου. Παιδική συνήθεια. Μου αρέσει να γεύομαι το αλάτι. Με κάνει να νιώθω γίηνη. Τα μαλλιά στεγνώνουν και μπερδεύονται. Τα τσουλούφια πετάνε δεξια και αριστερά. Τα πόδια είναι χωμένα στην άμμο. Παίζω με το δεξί, κάνοντας κύκλους. Πιάνω πετρούλες, τις χαζεύω και τις αφήνω.

Στρίβω τσιγάρο, και κοιτάω την θάλασσα. Πιάνω το μπουκάλι να πιω νερο, είναι ζεστό αλλά δεν με πειράζει καθόλου. Χαζεύω ένα σκάφος που ήρθε. Αχ τυχεροί άνθρωποι. Πόσο θα ήθελα μια βόλτα πάνω σε ένα σκαρί. Να κάθομαι σε μια ακρούλα, τα πόδια να κρέμονται και να ακουμπάνε τα κύματα που αφήνει πίσω. Την ώρα που ο ήλιος αρχίζει να κατεβαίνει, και δεν κουράζει πια. Που το φως γίνεται λίγο μωβ με μπλε. Και εγώ να κάθομαι ακόμα εκεί. Πάνω στο σκαρί, και να σιγοτραγουδάω. «κύματα πιάνω ταξιδεύω, και όλο τον κόσμο κυριεύω με ένα φευγάτο ερωτισμό και ένα λιμάνι για δεσμό».

Παγάκια τρια, και νερό αρκετό. Μυρωδιές. Τηγανιτα κολοκυθάκια, μελιτζάνες. Γεύσεις πολλές. Η φέτα μπερδεύτηκε με την ντομάτα, το αγγούρι και το κρεμμύδι. Το ψωμί ετοιμάζεται για την δική του βουτιά στο λάδι. Οι κουβέντες σκόρπιες. Το ουζάκι χαλαρώνει, και το κεφάλι ζαλίζεται λιγάκι, αλλά δεν πειράζει. Ένα καφεδάκι ελληνικό και όλα θα στρώσουν.
Γέρνω λίγο το κεφάλι. Κλείνω τα μάτια. Νιώθω χαλαρή, γεμάτη.

2 σχόλια:

papi είπε...

Και γω θέέέέέλωωωωω!

(Αχ, αντε... 19 και σήμερα!...σαν τους φαντάρους)

papi είπε...

Και γω θέέέέέλωωωωω!

(Αχ, αντε... 19 και σήμερα!...σαν τους φαντάρους)