Παρασκευή 29 Φεβρουαρίου 2008

Ο καθένας τον ρόλο του

΄Ελα παιδιά, έλα, για να συγκενρωθούμε λίγο. Για πάμε να τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή μπας και καταφέρουμε να τα ξεμεπρδέψουμε λιγουλάκι.
Λοιπόν μια φορά και έναν καιρό ήταν ο καλός Θεούλης που έπλασε τον Αδαμ και την Ευα. Δηλαδή τον Αντρα και την Γυναίκα. Ειναι δυο διαφορετικά πλάσματα λέμε, που προσπαθούν και παλεύουν να πορευτούν παρέα στην ζωή αυτή (ίσως και στις επόμενες, δεν ξέρω)
Μια καλή αρχή είναι να βρει ο καθένας τους ρόλους του. Γιατι δεν γίνεται βρε παιδιά. Είναι σαν να πηγαίνεις στο θέατρο και ο σκηνοθέτης, τη μια να δίνει οδηγίες, την άλλη να κάνει τον πρωταγωνιστή και ταυτόχρονα να παλεύει να κάνει και την κοπτοραπτού για τα κουστούμια. Δεν γίνεται λέμε. Όλα σκατά θα τα κάνει τελικά. Τίποτα δεν θα περπατήσει.
Και όταν λέω ρόλους δεν εννοώ, ποιός θα πλένει τα πιάτα, το μπάνιο και θα αλατίζει το φαι. Πιστεύω ότι τα καθημερινά, τα λειτουργικά, μπορούν να μπουν σε σειρά, αν υπάρχει καλή διάθεση και από τους δυο.
Αναφέρομαι περισσότερο στα «μικρά», κρυφά, που δεν φαίνονται αλλά είναι ύπουλα.

Έχω φτάσει σε μια ηλικία πια (32, να είμαι καλά και να τα χαίρομαι), που όταν θα βγω με έναν άντρα για πρώτη φορά έξω, θεωρώ δεδομένο ότι θα κεράσει. Και πιστέψτε με δεν είμαι από τις γκόμενες που ψάχνω τον πλούσιο να μου «στρώσει» την ζωή. Ανάγκη δεν έχω. Μια χαρά την πάω την ζωή μου σε αυτό τον τομέα. Αλλά βρε πουλάκι μου, δεν γίνεται να μετράω το παγκαρι με τα φραγκοδίφραγκα. Και ακριβώς επειδή δεν είμαι γαιδούρα και τζαμπατζού, θα βρω εγώ έναν τρόπο να ανταποδώσω. Ίσως με ένα τραπέζι ή ένα καλό δώρο. Ανάλογα πως θα μου βγει.

Επίσης, περιμένω ότι ο άλλος θα κάνει τον κόπο να ξεκουβαλήσει και να έρθει να με πάρει με το αυτοκίνητο από το σπίτι, και να με γυρίσει. Γιατί πως να το κάνουμε δεν μπορώ με το τακούνι να κόβω βόλτες, να ψάχνω για ταξί και να κρυώνω. Γιατί θέλω να νιώθω ότι με έχει έννοια και δεν θέλει να κυκλοφορώ νυχτιάτικα μόνη μου.

Θα σηκώσει το ακουστικό και θα πάρει τηλέφωνο. Έχω βαρεθεί τις καταστάσεις που τα πράγματα υποννούνται. Ο καθένας φαντάζεται το δικό του, περιμένει το δικό του και όταν δεν συμβαίνει, ο άλλος είναι μαλάκας. Εντάξει μπορεί να πέρασες ένα βράδυ ρε πουλάκι μου με μια γυναίκα, και δεν ήταν όπως το είχες φανταστεί. Συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες πίστεψε με. Πάρε ένα τηλέφωνο την άλλη μερα, την παράλλη, όποτε μπορείς τέλος πάντων, και πες μια καλημέρα. Μην την κάνεις την άλλη να νιώθει πουτάνα του σωρού. Η ευγένεια δεν έβλαψε ποτέ κανέναν. Και θα καταλάβει αυτή αν είναι για παραπέρα η ιστορία ή όχι.

Αλλα επειδή και οι γυναίκες γινόμαστε πολλές φορές πουτάνες, έχω να πω τα εξής:

Είναι μικρόψυχο κυρία μου να ταλαιπωρείς τον άλλον. Δεν τον γουστάρεις, δεν είναι αυτό που περιμένεις, ωραία. Μην τον ψήνεις τον κακομοίρη, επειδή αυτός σε έχει ερωτευθεί και δεν βλέπει την κατάσταση. Μην το έχεις μια στο καρφί και μια στο πέταλο, γιατι σου αρέσει να νιώθεις ότι κάποιος κόβει φλέβα για σένα. Και μόλις βρεθεί το καλύτερος θα τον αφήσεις εύκολα, αναίμακτα, απλά χωρίς να σηκώνεις τα τηλέφωνα.

Φρόντισε τον λίγο. Μαγείρεψε του και λίγο δεν παθαίνεις τίποτα. Στη δουλειά, οι περισσότερες γυναίκες δεν μαγειρεύουν. Από άποψη, την οποία εγώ δε καταλαβαίνω. Γιατί κυρία μου δεν μαγειρεύεις? Είσαι δηλαδή υπεράνω? Οταν μαγειρεύει ο άντρας είναι sexy και όταν μαγειρεύει η γυναίκα είναι δουλάρα?

Μην θεωρείς δεδεμένο ότι ο άντρας, είναι αυτός που πρέπει πάντα να πληρώνει, να κουβαλάει, να μην εκνευρίζεται, να διαβάζει την σκέψη σου, να στέλνει λουλουδάκια και καρδούλες. Ανθρωπος είναι και αυτός. Έχει και αυτός ανάγκη από τρυφερότητα, χάδια, φροντίδα, γλυκιές κουβέντες και ζεστό βλέμμα.

Και θαυμασμό. Πρέπει να το θαυμάζεις το ταίρι σου, να τον κοιτάς και να καμαρώνεις για αυτόν. Να βρεις αυτό που εσύ αγαπάς σε αυτόν και το κρατάς γερά, να το πιστεύεις.

....με όλες τις παραπάνω σκέψεις χαιρετάω τον Φλεβάρη....

Καλημέρες και καλό Σ/Κ

Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2008

Ας παίξουμε....

Δεχόμενη λοιπόν την πρόσκληση του nanakos και ενώ είμαι στο γραφείο, βουτάω το πρώτο βιβλίο που βρίσκω, πάω στη σελίδα 123, μετράω σειρές και.....


“Επειδή από τις ανωτέρω διατάξεις της ελληνοιταλικής συμβάσεως προκύπτει ότι οι επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους στην Ιταλία υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα για τα κέρδη που προέρχονται από μόνιμη εγκατάσταση σ'αυτήν, όπως η έννοια της μόνιμης εγκαταστάσεως καθορίζεται από τις διατάξεις της εν λόγω συμβάσεως.”
ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΔΙΜΕΡΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
Αθανασίου Μάρκου

Τι περίμενα και εγώ να βρω και εγώ εδώ μέσα? Το «Ρομάνζο», το Αρλεκιν ή την Αγκάθα Κρίστι?

Πετάω λοιπόν και εγώ το μπαλάκι στους: moutsakos, ιφιγένεια
ιστορίες σκυλάδικου , ελατον

Καλημέρεεεεεεεεεεες

Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2008

Πρέπει να θυμάμαι...

Καμιά φορά το μυαλό ειναι σαν λυσσασμένο σκυλί που θέλει δέσιμο.
Για να βρει χώρο η ψυχή να "σκεφτεί".

Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2008

Να με λούζει ο ήλιος

Αγαπημένο σημείο του σπιτιού η κάτω γωνία στο κρεβάτι. Το φως μπαίνει άπλετο σε αυτό το δωμάτιο και ειδικά σε εκείνο το σημείο αραζει.
Ξαπλώνω και εγώ ανάποδα στο κρεβάτι σε εμβρυακή στάση. Ο ήλιος που με χτυπάει λούζει όλο μου το κορμί, και πιο πολύ το κεφάλι.
Κλείνω τα μάτια, χαλαρώνω και νιώθω οτι καθαρίζει το μυαλό μου. Δεν σκέφτομαι τίποτα. Μονο χρώματα βλέπω, και εικόνες σκόρπιες. Ανάμεικτα όλα. Όταν ήμουν μικρό, η μαμά, ο μπαμπάς, στο σχολείο μετά , το «παπί», φοιτήτρια...και βλέμματα. Πόσα μάτια έχω δει. Πόσα μπορεί να σου πει ένα βλέμμα. Άραγε το δικό μου πως να είναι? Εχω μαστουρώσει από τον ήλιο και τα χρώματα. Ηρεμιά, γαλήνη.
Χτυπάει το τηλέφωνο. Αστο. Δεν θέλω να μιλήσω με κανέναν. Σταματάει.
Πόση ώρα είμαι έτσι? Δεν μπορώ να υπολογίσω. Ίσως να κοιμήθηκα και λίγο. Δεν θέλω να κουνήσω. Εκει. Να κάθομαι εκει. Το τηλέφωνο χτυπάει πάλι. Δεν σηκώνομαι. Προσπαθώ να βάλω σε σειρά τις σκέψεις. Τίποτα. Μπερδεύονται όλα. Σαν άλλος να κάνει κουμάντο στο μυαλό μου.Αφήνομαι.
Από κάπου ακούγεται μουσική. «τα λερωμένα τ’άπλυτα, μαστα και φύγε φίλε μου, δεν κάνεις πια για μένα». Χριστέ μου. Τι έμπνευση αυτός ο γείτονας μεσημερίατιακα την Γλυκερία. Σιγοτραγουδάω και εγώ «...δεν κάνεις πια για μένα».
Καλοκαίρι, θάλασσα, αμμος. Τι ωραία. Διακοπές. Πόσο θα ήθελα να ήμουν στη θάλασσα. Πόσο με ξεκουράζει αυτή η σκέψη. Η χαρά του πρώτου μπάνιου, το καινούριο μαγιό, ψάθα, παντόφλες, και η πρώτη βουτιά. Τα μάτια ανοιχτά να βλέπουν το μπλε και το βυθό. Ανάσες και βουτιές.
Το στομάχι παραπονιέται. Από πότε έχω να φαω? Θα σηκωθώ να φτιάξω κάτι. Να με ταίσω. Σε λιγο. Τωρα αν κουνηθώ θα χάσω αυτό το ωραίο συναίσθημα. Δεν θέλω.
Ξανακλείνω τα μάτια.. Ηρεμία, ζέστη, χαλάρωση.
Το τηλέφωνο χτυπάει πάλι. Θα σηκωθώ αυτή την φορά, ευκαιρία να φτιάξω και κάτι να φάω.
Τρέχω ζαλισμένη στο διάδρομο. Φαίνεται σκοτεινός πολύ. Προσπαθώ να συνέλθω.
-«Που είσαι παιδάκι μου και ανησυχώ, κοιμόσουν?»
-«Όχι μαμά, τι κάνεις εσύ?»
-« Σε έπαιρνα και πρίν, είχες βγει?»
-«Ναι, βόλτα»

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2008

Σταμματήστε λίγο να κατέβω..

Δεν ξέρω πως είστε εσείς, αλλά εγώ
μια η πανσέληνος,
μια η δουλειά,
μια τα προσωπικά που έχουν γίνει ένα κάτι....
μια το κλούβιο μου κεφάλι και οι περιβόητοι γρύλοι..
δεν μπορώ ζαλίστηκα.


Από το πρωί έχω αυτό βλέμμα του ροφού, του βοδιού, του μπανταβού ντε!


Σταματήστε λίγο να το κατέβω παρακαλώ και θα έρθω με το επόμενο.

Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2008

Ενα μωρό....μέσα μου

Από το πρωί έχω στα χείλη αυτό το τραγούδι.
Ετσι και αλλιώς είναι από τα πολυ αγαπημένα μου:

Ένα μωρό, μωρό παιδί χρόνια
έχει κρυφτεί στο σώμα μου
τρώει μπογιές, καρδιές, φωτιές, χιόνια
και την κολώνια μου

Μέρα νύχτα κλαίει
δε με θες μου λέει
τρέχει στην μπανιέρα γυμνό
λούζει τα μαλλιά μου
πλένει τα φιλιά μου
βγάζει απ' την ψυχή μου καπνό

Ένα μωρό, μωρό παιδί χρόνια
έχει κλειδιά απ' το σπίτι μου
κάνει ζημιές, βρωμιές, χαρές, ψώνια
κάτω απ' τη μύτη μου

Χρόνια μ' αρρωσταίνει
χρόνια μου γελά
μου 'χες πει θα ζούμε καλά
μούρη μου σπασμένη
ρούχα μου απαλά
σου 'χα πει θα ζούμε καλά

Ένα μωρό-μωρό παιδί φως μου
για να με δεις το χτένισα
κι αν μ' αγαπάς
καιρό-καιρό δως μου
δώρο στο γέννησα

Χρόνια ερωτευμένο
παραμυθιασμένο
μ' ένα μυαλουδάκι γερό
που όταν λέει πεθαίνω
τρέχω του μαθαίνω
τι θα πει μωρό μου
Μπορώ


Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου
Μουσική: Νίκος Αντύπας
Πρώτη εκτέλεση: Άλκηστις Πρωτοψάλτη

Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2008

Εμένα δεν με έχουν μάθει έτσι....

Ήρθες το Σάββατο το απόγευμα να με πάρεις για καφέ. Ο διάλογος απλός και συνοπτικός.
- «Θέλεις να περάσω να σε πάρω με το αυτοκίνητο»?,
-«Αν δεν σου κάνει κόπο»
-« Κανένας κόπος. Πες μου την διεύθυνση και στις 5 θα είμαι εκει»

Πέντε παρά πέντε κλήση. «Είμαι κάτω».
Κατεβαίνω και βλέπω έναν νορμάλ άνθρωπο. Είχα φανταστει, διάφορα. Μόνο φτερά και κέρατα δεν είχα βάλει στη φαντασία μου.
Και βλέπω έναν άντρα φυσιολογικό, γλυκό και ευγενικό να μου χαμογελάει.

Μου ανοίγεις την πόρτα να μπω. ( εμένα δεν με έχουν μάθει έτσι, και κολλάω με κάτι τέτοια)
-«Σου πήρα και αυτό. Ελπίζω να μην το θεωρήσεις υπερβολικό, αλλά πρωτη φορά που γνωριζόμαστε, είπα να σου φέρω κάτι»
Μου προσφέρεις ένα κόκκινο τριαντάφυλλο τυλιγμένο σε ασημί χαρτι ανθοπωλείου με κόκκινη κορδέλα. Χαμογελάω αμήχανα. ( εμένα δεν με έχουν μάθει έτσι, και κολλάω με κάτι τέτοια)
-«Ευχαριστώ πολύ, δεν θυμάμαι πότε ήταν η τελευταία φορά που μου πρόσεφεραν λουλούδι»


Ο καφές κράτησε 3 ώρες. Είπαμε διάφορα. Ό,τι μπορούν να πουν δυο άνθρωποι που μόλις γνωρίστηκαν. Και όταν το χιόνι άρχισε να κατεβαίνει αποφασιστικά κέρασες τους καφέδες και με γύρισες σπίτι.

Την άλλη μέρα πήρες να ρωτήσεις πως τα περνάω.
Πως να τα περνάω αποκλεισμένη από τον κόσμο, μέσα στο σπίτι μέτραγα τα τετραγωνικά.

Την Δευτέρα το πρωι με ξαναπήρες. Σου είπα ότι καλό το χιονάκι, αλλά εμένα τα νεύρα μου έχουν αρχίσει να τα παίζουν. Δεν μπορώ να βγω απο το σπίτι και δεν μπορεί και κανείς να έρθει εκτος αν έχει αλυσίδες. Η τηλεόραση έχει βλακείες και δεν έχω και καμία ταινία της προκοπής να δω.

-« Λοιπόν, στο προηγούμενο αυτοκίνητο, είχα βάλει πολλές φορές τις αλυσίδες, σε αυτό δεν το έχω επιχειρήσει ποτέ. Νομίζω ότι σήμερα είναι μια καλή ευκαιρία. Αν θές, θα βάλω τις αλυσίδες και θα έρθω να σε πάρω για καφε.»

Χαμόγελο αμηχανίας.(εμένα δεν με έχουν μάθει έτσι, και κολλάω με κάτι τέτοια)
«Αν το κάνεις αυτό για μένα θα έχεις συμβάλει στην ψυχική μου ηρεμία και ισορροπια. Θα σε περιμένω»

Μετά από μια ώρα, κλήση. «Ειμαι κάτω».

Μου ανοίγεις πάλι την πόρτα για να μπω.(εμένα δεν με έχουν μάθει έτσι, και κολλάω με κάτι τέτοια)

Ο καφές κράτησε περίπου δυο ώρες. Είπαμε πάλι αρκετά. Χαλαρώσαμε στους τεράστιους καναπέδες, καπνίζαμε και λεγαμε διάφορα.

Όταν με γύρισες σπίτι, βγήκες από το αμάξι και..
«Σου έφερα αυτο το βαλιτσάκι, έχει μέσα αρκετές ταινίες. Ίσως βρεις καμιά να σου αρέσει για να περνάει καλυτερα η ώρα σου»

(εμένα δεν με έχουν μάθει έτσι, και κολλάω με κάτι τέτοια)

Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2008

Μπορώ, δεν μπορώ

Μια ανάμνηση μου ήρθε προχθές και την διηγήθηκα κάπου.

«Το καλοκαίρι του 2001 είχα πάει με ένα καλό παρεάκι στην Πάτμο. Ένα πρωί έχουμε πάρει το καραβάκι που σε κάνει γύρους το νησί και έχουμε αράξει σε μια ωραία αμμουδερή παραλία. Απέναντι λοιπόν βλέπαμε ένα πολύ μικρό νησάκι (βραχονησίδα νομίζω λέγεται) σε απόσταση τέτοια που δεν ήταν ούτε πολύ μακρυά ούτε πολύ κοντά. Τα κορίτσια λοιπόν της παρέας ρίξανε την πρόταση να το κολυμπησουμε μέχρι το νησάκι. Οκ, πάμε. Πάντα είχα καλή σχέση με το νερό. Από μικρό παιδί. Ξεκινάμε λοιπόν 5 κορίτσια για το νησάκι.
Κάποια στιγμή, έχουμε διανύσει περίπου την μισή διαδρομή, τα νερά είναι βαθειά, (όχι τόσο που κάτω να μην βλέπεις τίποτα, αλλά αρκετα για να νιώθεις μικρός), εμένα αρχίζει να με πιάνει φόβος. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, ο φόβος έγινε φοβία, και η φοβία , πανικός. Αρχισαν να μου έρχονται σκηνές από την ταινία «τα σαγόνια του καρχαρία», και όλα τα συναφή. Να νιώθω ότι κάτι μεγάλο με πλησιάζει και είναι θέμα χρόνου πότε θα με φάει. Επειδή λόγο φόβου έχω μειώσει ταχύτητα, τα κορίτσια έχουν προχωρήσει μπροστά. Κοιτάω πίσω και νιώθω ότι η απόσταση για το γυρισμό είναι πολύ μεγάλη. Κοιτάω μπροστά, το ίδιο. Πρέπει να ήμουν ακριβώς στην μέση. Αυτό ήταν. Δεν θυμάμαι σε πόση ώρα γύρισα πίσω, πρέπει αν έκανα σαν τα καρτουν που είναι γρήγορα και αστεία ταυτόχρονα. Και όση ώρα κολυμπούσα, προσευχόμουν να μην μου συμβεί τίποτα.
Όταν επιτέλους γύρισα πίσω, ένιωσα ασφάλεια. Έκαστα στην παραλία και περίμενα τις άλλες να γυρίσουν. Όσο έφευγε ο πανικός, άρχισε να φουντώνει το αίσθημα της ανυμποριάς , του θυμού, και της ερημιάς. Καθόμουν και παρακολουθούσα τις άλλες που χαίρονταν, που τολμούσαν. Και εγώ για άλλη μια φορά, απλά κοιτούσα. Ενιωθα άχρηστη, φοβιτσιάρα, δειλή, και πίστευα ότι όλοι τελικά μπορούν εκτός από εμένα.»

Όταν τελείωσα την διήγηση, με ρώτησε: «αν εσύ ήσουν μια μικρή νεραιδούλα, και πήγαινες στο αυτί σου, τι θα σου έλεγες ?»

-« Δύο πράγματα, ή θα μου έλεγα «οκ, δεν μπορείς τι να κάνουμε τώρα. Κάτσε εδώ και περίμενε τους άλλους» ή « δεν υπάρχει δεν μπορώ, σήκω επάνω τώρα και πήγαινε» απάντησα.

Το βλέμμα που εισέπραξα σε μπορώ να σας το περιγράψω. Και γυρνάει και μου λέει: «είσαι πολύ αυστηρή με εσένα. Καλά εσύ τον εαυτό σου δεν το έχεις πάρει ποτέ αγκαλιά, δεν το έχεις χαιδέψει καθόλου?»

- «ΟΧΙ»!!!

Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2008

Έλληνα, νεοέλληνα...

Με αυτό το post θα ήθελα να συγχαρώ:

A) Tον μαλάκα με το opel corsa, ο οποίος εχθές το βράδυ στο φανάρι στη Βουλιαγμένης άνοιξε την πόρτα και άδειασε το τασάκι στο δρόμο. Πόσο ηλίθιος πρέπει να είναι ένας τέτοιος άνθρωπος? Και εμείς καπνίζουμε βρε κουμπάρε (κακώς, κάκιστα), αλλά κάνουμε τον «κόπο» να σταμματήσουμε δίπλα στο κάδο και να το αδείασουμε το ρημάδι.

B) Επίσης θέλω να συγχαρώ όλους αυτούς τους ελληνάρες/μαλάκες που ενώ το φανάρι για να στρίψουν έχει μια λωρίδα, θα κάνουν την μαγκιά είτε να μπούνε μπροστά από τον πρώτο που περιμένει στο φανάρι ή το ακόμα καλύτερο να κατσικοθούν στην μεσαία λωρίδα (που πάει ευθεία), και να «κλείσουν» εμάς που ερχόμαστε κανονικά, και όλο αυτό για να μην περιμένουν πέντε λεπτά στη σειρά τους. Αυτη η νοοτροπία ότι όλοι είναι ηλίθιοι εκτός από αυτους που κάνουν τις «μαγκιές» με εξοργίζει.

Γ) Τελευταίο αλλά πιο σημαντικό, όλους αυτούς που βγαίνουν τα βράδυα, πίνουν τον κώλο τους, και καβαλάνε αυτοκίνητα, μηχανές, ποδήλατα, φορτηγά, γουρούνες και όποιον πάρει ο χάρος. Γιατι αυτοί είναι μάγκες και το ελέγχουν, μη χέσω.
Πάρε ένα ταξάκι βρε πουλάκι μου, δεν θα σου πέσει ο αντρισμός.

Α και κάτι για ακόμα φίλε σου έχω νεα: Το αυτοκίνητο δεν είναι η προέκταση του πουλιού σου. Δεν σε κάνει πιο γοητευτικό και πιο «άντρα» τι αμάξι οδηγείς και αν κάνεις όλες τις παραπάνω μαλακίες!

Και επειδή είμαι δίκαιος άνθρωπος, εννοείται ότι όλα τα παραπάνω τα κάνουμε με μεγάλη επιτυχία και οι γυναίκες και οι άντρες.

Α ρε Ελληνάρα........

Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2008

.....

"...Καημέ του κόσμου στεναγμέ όλα τα ναι καήκανε
και τα μαχαίρια ουρανέ μες στην καρδιά με βρήκανε
καημέ του κόσμου στεναγμέ όλα τα ναι καήκανε
κι είπα να πέσεις ουρανέ πιο χαμηλά από μένανε"

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2008

"βάλε το φούξια φουστάνι.."

Εχθές το βράδυ που σκεφτόμουν τρόπους ανώδυνους,αναίμακτους, ακίνδυνους (για τους άλλους), πως να την τερματίσω την ζωή μου, αφού τίποτα δεν μου αρέσει και δεν μου κάνει νόημα, είχα καταφέρει να θάψω όλα τα θετικά και να μεγενθύνω όλα τα αρνητικά, χτυπάει το πρώτο τηλέφωνο.
Και ήταν η αδεφούλα μου από την μαγευτική Αγγλία. Πήρε η έρημη- δύσμοιρη να μου πει τον πόνο της. Πόσο πολύ δεν είναι σε διάθεση, που όλα της φταίνε, η δουλειά, το σπίτι, το σώμα της, ο γκόμενος που δεν υπάρχει και ολα αυτά τα ωραία, βρήκε ώρα και στιγμή. Γιατί εκεί που μου έλεγε πόσο χάλια ήταν, αντί να της φτιάξω την διάθεση την έκανα χειρότερα. Βρήκε παρηγορήτρα ολικής.
Και μετά το δεύτερο τηλέφωνο. Η φίλη μου η Μ. Χάλια και αυτή. Που της έχουνε παίξει τα νεύρα στη δουλειά, που σκεφτόταν πόσους μαθητές να πνίξει (όλους ή να αφήσει κανέναν για καβάτζα?), που είναι νύχτα και γυρνάει στο σπίτι μόνη της, που δεν χτυπάει και κανένα τηλέφωνο ενδιαφέρον, που, που... και εγώ με την ίδια διάθεση που είχα στο πρώτο τηλέφωνο να συμφωνώ ότι η ζωή είναι πιο χάλια από όσο περιγράφει κ.τ.λ.
...και κάποια στιγμή, κάνει ένα κλίκ το μυαλό (αυτά τα κλικ τελευταία έχουν αρχίσει να αυξάνονται, μήπως να αρχίσω να ανησυχώ?) και λέω στον εαυτό μου: «γιατί παιδάκι μου γκρινιάζεις? Την υγεια σου (απ’όσο ξέρω) την έχεις, όλοι οι αγαπημένοι σου άνθρωποι είναι επίσης καλά, φίλους έχεις (ακόμα και για να κλαφτείς, δεν ειναι λίγο αυτό), δουλειά έχεις, σπίτι έχεις, τι σκατά θέλεις πια. Αυτό καταντάει αχαριστία μικρή μου και πρόσεξε μην σου τα φέρει η ζωη κάποια στιγμή, πραγματικά σκατά και τότε να σε δω».
Και είπαμε και άλλα πολλά με τον εαυτό μου, και συμφωνήσαμε και διαφωνήσαμε, και γελάσαμε, και αγκαλιαστήκαμε και στο τέλος τα βρήκαμε.
Η διάθεση αρχίζει να ανεβαίνει, και ελπίζω να κρατήσει ολο το σ/κ.

Λέω να πάω να χτυπησω και εκείνο το φούξια φορεματάκι που πολυ μου πήγαινε, και θα τραγουδάω « θα βάλω το φούξια φουστάνι, εκείνο που με κάνει να μοιάξω πυρκαγιά» , έτσι για να μου κάνω ένα δωράκι που πολύ με έχω παραμελήσει τελευταία.

Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2008

"και πεινάω και βαριέμαι και διψώ και κατουριεμαι"

και έχει πει ο μεγάλος Θανάσης Βεγγος την γαμάτη ατάκα: "..και πεινάω και βαριέμαι και διψώ και κατουριέμαι". Αυτή την στιγμή με καλύπτει απόλυτα.
Σαν να περιμένω κάτι να συμβεί νιώθω, σαν να μην ξέρω τι θέλω νιώθω, σαν να θέλω να πάρω των οματιών μου νιώθω αλλά δεν ξέρω και που να τον πάω. Ειναι και ο Ερμής ανάδρομος μέχρι τις 17 οπότε φασκελοκουκούλωστα. Κατα τα άλλα το ζώδιο μου λέει ότι διανύω καλή περίοδο για τα ερωτικά μου. Που είναι αυτή η καλή περίοδος και εγώ δεν την βλέπω?
Αντε να δούμε....

Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2008

Μήπως με έχει πάρει ο ύπνος στο τιμόνι ?

Σήμερα το πρωί έμαθα ότι:
την Παρασκευή, ενός πρώην συναδέλφου η γυναίκα γέννησε δίδυμα κοριτσάκια.
Εχθές το βράδυ μια συνάδερφος γέννησε κοριτσάκι.
Έχω μια υποψία ότι άλλη μια συνάδερφος είναι έγκυος.
Οι δύο τελευταίες είναι 28χρονών.
Πέρα του να ζήσουν οι πριγκήπησσες τους, να ειναι γερά και χαρούμενα παιδάκια εγώ σκέφτομαι........


Μήπως έχω ξεχαστεί κάπου στην διαδρομή?

Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2008

Ξέρεις φίλε, εγώ μιλάω.

Ξέρεις φίλε εγώ μιλάω. Ναι μιλάω μόνη μου. Εγώ με μένα, με εσένα, με τον άλλον. Από μικρή το κάνω. Φτιάχνω διαλόγους, ιστορίες. Και προσπαθώ να έχω και τον λόγο και τον αντίλογο. Και μιλάω στο μπάνιο, στο σαλόνι, στο κρεβάτι, στο αυτοκίνητο, παντού. Και μπαίνω μέσα στην ιστορία. Και αν έχω νεύρα τσακώνομαι με τον απέναντι που στην πραγματικότητα δεν είναι εκει, αλλά εγώ νοητά τον έχω. Και όταν τελειώσει ο «καβγάς» εγώ ηρεμώ. Και μετά αλλάζει λίγο η είκονα. Φεύγει ο μεγάλος θυμός ή η μεγάλη χαρά. Ναι και η χαρά. Το ίδιο είναι. Ή μάλλον, η άλλη όψη του νομίσματος. Η μεγάλη χαρά φέρνει τον μεγάλο θυμό. Και στο τέλος αυτού του ταξιδιού καταλαβαίνω ότι όλος ο θυμός δικος μου είναι, όχι δικός σου. Με εμένα έχω θυμώσει. Με τον τρόπο που εγώ τα είδα/δέχτηκα τα πράγματα. Το εύκολο είναι να δείξεις με το δάχτυλο τον απέναντι και να πεις ότι φταίει αυτός. Το δύσκολο είναι να το στρέψεις σε σένα. Εκεί είναι η αλήθεια. Βρες την δική σου ευθύνη και όλα τα υπόλοιπα είναι μικρά.
Επίσης έχω καταλάβει και το άλλο. Ακου να μαθαίνεις. Συμβαίνει κάτι που με έχει ενοχλήσει ή με έχει μπερδέψει. Και ξεκινάω τον διάλογο μου. Και στο τέλος καταλήγω ότι η κουβέντα που ονειρεύομαι να κάνω δεν έχει νόημα. Στο κενό θα πέσει. Γιατί ο άλλος δεν είμαι εγώ. Και η αλήθεια φίλε δεν είναι ποτέ μια. Είναι η δική μου αλήθεια και η δική σου. Γιατι μπορεί και οι δυο από την δική μας οπτική να έχουμε δίκιο. Να λέω εγώ: “Μα αφού με θέλεις. Το ξέρω, το έχω δει, το έχω νιώσει. Γιατι φτιάχνεις αυτή την απόσταση ανάμεσα μας, και δεν με αφήνεις να σε αφήσω να γνωριστούμε. Να την κάνουμε μαζί αυτή την βόλτα στη ζωή και όπου βγει?» Και να ακούσεις τον άλλον να λέει: “Ναι σε θέλω. Το ξέρω ότι το έχω δείξει, αφού και εγώ το έχω νιώσει. Αλλά για λόγους που δεν ξέρεις και ίσως δεν σε αφορούν, αυτή τη στιγμή στη ζωή μου δεν χωράς. Γιατί η ζωή μου τώρα είναι μπέρδεμα. Και δεν θα είμαι όπως θέλω να είμαι με σένα. Δεν θα καταλάβεις».
Και πες μου τώρα ποιός έχει το δίκιο και ποιος το άδικο. Ας έρθει κάποιος πιο σοφός να μου μοιράσει τα δίκια. Και το εύκολο σε αυτή την κατάσταση είναι να πεις ένα «τον μαλάκα, που εξαφανίζεται, που δεν ξεκαθαρίζει, που, που..» και να μεγαλώνει ο θυμός ή η πίκρα για την απόρριψη. Μα δεν υπάρχει απόρριψη. Ο άλλος απλά δεν έχει χώρο τώρα για σένα ή ίσως και για κανέναν. Και είναι ανθρώπινο.
Ουπς τι έγινε φίλε? Είδαμε μια οπτική που δεν την περιμέναμε? Ξαφνιάστηκες? Γιατί? Δεν σου έχει περάσει ποτέ από το μικρό και εγωιστικό μυαλουδάκι, που λέει ότι ολος ο κόσμος πρέπει να γυρνάει γύρω σου, ότι τα πράγματα μπορεί να είναι και λίγο αλλιώς? Μήπως η γωνία σταμμάτησε να είναι τόσο κοφτερή? Μήπως στρογγύλεψε λίγο?
Οκ ναι έτσι είναι. Αλλά εγώ δεν μπορώ να τα φαντάζομαι τα πράγματα. Να τα ζω θέλω. Και η στάση μου είναι καθαρή. Αν λοιπον βρείς ποτέ τον χρόνο, την διάθεση και τον χώρο, έλα πιο κοντά να με γνωρίσεις. Αν δεν θέλεις δεν μπορώ να κάνω κάτι. Οχι από εγωισμο. Σιγά μην στάξει η ουρά του γαιδάρου. Κανένα εγωισμό. Αλλά δεν μπορώ να στριμώχνομαι ρε φίλε. Δεν γίνεται. Δεν παίρνω αέρα. Θα μαραθώ, θα μαραζώσω, θα πεθάνω. Και δεν θα δεις την όμορφη πλευρά μου, που έχω πίστεψε με και είναι αξιολάτρευτη. Αλλά πρέπει να έχω χώρο. Να νιώθω ότι κινουμαι άνετα. Και εσύ τώρα δεν έχεις χώρο για μένα. Βρες τον, άνοιξε μου την πόρτα και αν είμαι ακόμα εκεί κοντά θα έρθω. Μέχρι τότε όμως εγώ θα είμαι απ’έξω. Ώσπου να κουραστώ, να βαρεθώ, να κρίνω ότι δεν γίνεται να περιμένω. Ξεροστάλιασα. Και τότε φίλε εκεί που μπορεί να με βλέπεις να στέκομαι, να με δεις να κάνω ένα βήμα πίσω, να γυρίσω πλάτη, να σηκώσω το χέρι και να γνέψω αντίο!.